Κόκκινο Νερό. Ανώνυμη Μονή στη θέση Παλιομονάστηρο του οικισμού
ΜητσιάρεςΤo 1992, κατά τις εργασίες ισοπέδωσης αγρού ιδιοκτησίας Θ. Ευσταθίου, στη
θέση «Παλιομονάστηρο», στον οικισμό Μητσιάρες του Κόκκιvου Νερού εντοπίσθηκαν
9τα ερείπια ενός μεγάλου βυζαντινού μοναστηριού, που ερευνήθηκε ανασκαφικά από
την 7η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Το καθολικό είναι ένας μετρίων
διαστάσεων (7,80 Χ 12,80 μ.) σύνθετος τετρακιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός
με σύγχρονο νάρθηκα. Στο κτήριο είχαν μεταγενέστερα προσκολληθεί ένας
εξωνάρθηκας στα δυτικά, δύο στοές κατά
μήκος της βόρειας και της νότιας πλευράς του
καθώς και άλλα προσκτίσματα στα
ανατολικά και στα νοτιοανατολικά του. Η
μεσαία κόγχη του ιερού του ναού ήταν
εξωτερικά τρίπλευρη, ενώ οι δύο πλάγιες
ημικυκλικές. Οι όψεις του μνημείου ήταν
πλήρως διαρθρωμένες με τυφλά αψιδώματαμε διπλή οχώρηση και οι εσωτερικέςεπιφάνειες, αντίστοιχα, με αραστάδες. Οι ενισχυμένοι μεξυλοδεσιές τοίχοι του ήταν κτισμένοι από εναλλάξ ζώνες λιθοδομής και πλινθοδομής
κατασκευασμένης κατά το σύστημα της αποκεκρυμμένης πλίνθου. Το ιερό φωτιζόταν
από δύο μονόλοβα παράθυρα που ανοίγονται στις κόγχες των παραβημάτων και από
ένα ευρύτερο, ενδεχομένως δίλοβο, παράθυρο που ανοιγόταν στην κόγχη του Αγίου
Βήματος, ενώ στα τύμπανα της εγκάρσιας κεραίας του σταυρού ήταν διαμορφωμένα
τρίβηλα σύνθετα ανοίγματα. Το μνημείο διέθετε πολυτελές μαρμάρινο δάπεδο και
πλούσιο γλυπτό διάκοσμο, που βρέθηκε στα κρημνίσματα του κτιρίου και έχει
μεταφερθεί στην Αγιά (κυρίως βάσεις κιόνων, θυρώματα, αμφικιονίσκοι και
επιθήματα παραθύρων, γείσα, κιονίσκοι τέμπλου, θραύσματα θωρακίων), τα
κυριότερα των οποίων θα εκτεθούν στο Διαχρονικό Μουσείο Λάρισας. Τα γλυπτά δεν
παρουσιάζουν ενότητα και αρκετά βρίσκονται εδώ σε δεύτερη χρήση, κάτι που
παρατηρείται και σε άλλα μνημεία του Όρους των Κελλίων. Ξεχωρίζει το κιονόκρανο
υππ10αρ.477 (12ος αι.), με ανάγλυφο κόσμημα αμπέλου, που πρέπει να προέρχεται από το
τρίβηλο άνοιγμα της νότιας πλευράς. Ο ναός, ο οποίος παρουσιάζει τα
χαρακτηριστικά της λεγόμενης Σχολής της Κωνσταντινουπό εως και συνδέεται,
όπως φαίνεται, με την αρχιτεκτονική της Μακεδονίας αλλά, ίσως, και με εκείνη της
Νίκαιας, έχει χρονολογηθεί από τα τέλη του 12ου μέχρι τα μέσα του 13λου αιώνα
ΜητσιάρεςΤo 1992, κατά τις εργασίες ισοπέδωσης αγρού ιδιοκτησίας Θ. Ευσταθίου, στη
θέση «Παλιομονάστηρο», στον οικισμό Μητσιάρες του Κόκκιvου Νερού εντοπίσθηκαν
9τα ερείπια ενός μεγάλου βυζαντινού μοναστηριού, που ερευνήθηκε ανασκαφικά από
την 7η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Το καθολικό είναι ένας μετρίων
διαστάσεων (7,80 Χ 12,80 μ.) σύνθετος τετρακιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός
με σύγχρονο νάρθηκα. Στο κτήριο είχαν μεταγενέστερα προσκολληθεί ένας
εξωνάρθηκας στα δυτικά, δύο στοές κατά
μήκος της βόρειας και της νότιας πλευράς του
καθώς και άλλα προσκτίσματα στα
ανατολικά και στα νοτιοανατολικά του. Η
μεσαία κόγχη του ιερού του ναού ήταν
εξωτερικά τρίπλευρη, ενώ οι δύο πλάγιες
ημικυκλικές. Οι όψεις του μνημείου ήταν
πλήρως διαρθρωμένες με τυφλά αψιδώματαμε διπλή οχώρηση και οι εσωτερικέςεπιφάνειες, αντίστοιχα, με αραστάδες. Οι ενισχυμένοι μεξυλοδεσιές τοίχοι του ήταν κτισμένοι από εναλλάξ ζώνες λιθοδομής και πλινθοδομής
κατασκευασμένης κατά το σύστημα της αποκεκρυμμένης πλίνθου. Το ιερό φωτιζόταν
από δύο μονόλοβα παράθυρα που ανοίγονται στις κόγχες των παραβημάτων και από
ένα ευρύτερο, ενδεχομένως δίλοβο, παράθυρο που ανοιγόταν στην κόγχη του Αγίου
Βήματος, ενώ στα τύμπανα της εγκάρσιας κεραίας του σταυρού ήταν διαμορφωμένα
τρίβηλα σύνθετα ανοίγματα. Το μνημείο διέθετε πολυτελές μαρμάρινο δάπεδο και
πλούσιο γλυπτό διάκοσμο, που βρέθηκε στα κρημνίσματα του κτιρίου και έχει
μεταφερθεί στην Αγιά (κυρίως βάσεις κιόνων, θυρώματα, αμφικιονίσκοι και
επιθήματα παραθύρων, γείσα, κιονίσκοι τέμπλου, θραύσματα θωρακίων), τα
κυριότερα των οποίων θα εκτεθούν στο Διαχρονικό Μουσείο Λάρισας. Τα γλυπτά δεν
παρουσιάζουν ενότητα και αρκετά βρίσκονται εδώ σε δεύτερη χρήση, κάτι που
παρατηρείται και σε άλλα μνημεία του Όρους των Κελλίων. Ξεχωρίζει το κιονόκρανο
υππ10αρ.477 (12ος αι.), με ανάγλυφο κόσμημα αμπέλου, που πρέπει να προέρχεται από το
τρίβηλο άνοιγμα της νότιας πλευράς. Ο ναός, ο οποίος παρουσιάζει τα
χαρακτηριστικά της λεγόμενης Σχολής της Κωνσταντινουπό εως και συνδέεται,
όπως φαίνεται, με την αρχιτεκτονική της Μακεδονίας αλλά, ίσως, και με εκείνη της
Νίκαιας, έχει χρονολογηθεί από τα τέλη του 12ου μέχρι τα μέσα του 13λου αιώνα