(Μονόπετρα Β)
12
Η ύπαρξη λειψάνων ενός βυζαντινού μοναστηριού στη θέση
Παλαιομονάστηρο, κοντά στη Μονόπετρα της Κουτσουπιάς και στα νότια του
μεγάλου ρέματος, είναι γνωστή από
το 1 3, οπότε τ ερείπιά του
παρουσιάσθηκαν συνοπτικά από τον
Ν. Νικονάνο. Κατά τη διάρκεια των
ετών 2005 και 2006 η 7η ΕΒΑ
πραγματοποίησε στο χώρο
αρχαιολογική έρευνα, κατά την οποία
εντοπίσθηκαν τμήματα του περιβόλου
και το καθολικό της Μονής και ερευνήθηκε το γνωστό από παλιά κτήριο που
καταλαμβάνει τη νοτιοανατολική γωνία του συγκροτήματος.
Το καθολικό αποτελείται από τον κυρίως ναό και ένα μεταγενέστερο νάρθηκα. Ο
κυρίως ναός, εξωτερικών διαστάσεων, χωρίς την ημικυκλική κόγχη του ιερού, 5.55 Χ
8.20 μ., είναι μονόχωρος δρομικός. Τα δύο ζεύγη παραστάδων που διάρθρωναν την
εσωτερική επιφάνεια των πλάγιων τοίχων, έφεραν, όπως φαίνεται, δύο σφενδόνια τα
οποία διαιρούσαν το χώρο σε τρία μέρη και η κάλυψη γινόταν, κατά πάσαν
πιθανότητα, με ημικυλινδρικό θόλο. Ο νάρθηκας έχει διαστάσεις 5.25 Χ 5.55 μ. και
97 α
13
καλυπτόταν με άγνωστης μορφής θολοδομία, ενώ στους πλάγιους τοίχους
διαμορφώνονταν αρκοσόλια. Οι τοίχοι του μνημείου ήταν από προσεκτικά
αρμολογημένη αργολιθοδομή από αργούς λίθους και πλίνθους, οι οποίες κατά τόπους
σχηματίζουν σειρές. Το δάπεδό του ναού ήταν μαρμαροθετημένο. Στα κρημνίσματα
βρέθηκαν μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη, μεταξύ των οποίων τεμάχια ενός
επιστυλίου τέμπλου, και τμήματα ζεύξεων ορθομαρμαρώσεως, με διάκοσμο μορφής
σχοινίου ή αστραγάλου, τα οποία, όμως, προέρχονται πιθανότατα από παλαιότερο
κτήριο και βρίσκονταν εδώ σε δεύτερη χρήση. Όλα τα ευρήματα βρίσκονται στην
Αρχαιολογική Συλλογή Μελιβοίας. Η χρονολόγηση του ναού δεν είναι με τα
διαθέσιμα στοιχεία εύκολη. Με επιφύλαξη αυτός θα μπορούσε να τοποθετηθεί στον
11ο αιώνα.
Το νοτιοανατολικό κτήριο έχει σε κάτοψη σχήμα ορθογωνίου
παραλληλογράμμου με διαστάσεις 5.45 Χ 6.40 μ. Οι πάχους 60 εκ. τοίχοι του φαίνεται
ότι ήταν κτισμένοι με αργολιθοδομή, εκτός από τον δυτικό, η εξωτερική παρειά του
οποίου ήταν διαμορφωμένη με προσοχή κατά το πλινθοπερίκλειστο σύστημα δομής.
Την όψη αυτή διέτρεχε πλίνθινη οδοντωτή ταινία. Το δάπεδο του κτηρίου από
σχιστόπλακες παρουσιάζει έντονη κλίση προς τα βόρεια, όπου διαμορφώνεται μικρή
ορθογώνια δεξαμενή, επιχρισμένη με υδραυλικό κονίαμα, που πιστοποιεί την χρήση
του χώρου ως ληνό.
12
Η ύπαρξη λειψάνων ενός βυζαντινού μοναστηριού στη θέση
Παλαιομονάστηρο, κοντά στη Μονόπετρα της Κουτσουπιάς και στα νότια του
μεγάλου ρέματος, είναι γνωστή από
το 1 3, οπότε τ ερείπιά του
παρουσιάσθηκαν συνοπτικά από τον
Ν. Νικονάνο. Κατά τη διάρκεια των
ετών 2005 και 2006 η 7η ΕΒΑ
πραγματοποίησε στο χώρο
αρχαιολογική έρευνα, κατά την οποία
εντοπίσθηκαν τμήματα του περιβόλου
και το καθολικό της Μονής και ερευνήθηκε το γνωστό από παλιά κτήριο που
καταλαμβάνει τη νοτιοανατολική γωνία του συγκροτήματος.
Το καθολικό αποτελείται από τον κυρίως ναό και ένα μεταγενέστερο νάρθηκα. Ο
κυρίως ναός, εξωτερικών διαστάσεων, χωρίς την ημικυκλική κόγχη του ιερού, 5.55 Χ
8.20 μ., είναι μονόχωρος δρομικός. Τα δύο ζεύγη παραστάδων που διάρθρωναν την
εσωτερική επιφάνεια των πλάγιων τοίχων, έφεραν, όπως φαίνεται, δύο σφενδόνια τα
οποία διαιρούσαν το χώρο σε τρία μέρη και η κάλυψη γινόταν, κατά πάσαν
πιθανότητα, με ημικυλινδρικό θόλο. Ο νάρθηκας έχει διαστάσεις 5.25 Χ 5.55 μ. και
97 α
13
καλυπτόταν με άγνωστης μορφής θολοδομία, ενώ στους πλάγιους τοίχους
διαμορφώνονταν αρκοσόλια. Οι τοίχοι του μνημείου ήταν από προσεκτικά
αρμολογημένη αργολιθοδομή από αργούς λίθους και πλίνθους, οι οποίες κατά τόπους
σχηματίζουν σειρές. Το δάπεδό του ναού ήταν μαρμαροθετημένο. Στα κρημνίσματα
βρέθηκαν μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη, μεταξύ των οποίων τεμάχια ενός
επιστυλίου τέμπλου, και τμήματα ζεύξεων ορθομαρμαρώσεως, με διάκοσμο μορφής
σχοινίου ή αστραγάλου, τα οποία, όμως, προέρχονται πιθανότατα από παλαιότερο
κτήριο και βρίσκονταν εδώ σε δεύτερη χρήση. Όλα τα ευρήματα βρίσκονται στην
Αρχαιολογική Συλλογή Μελιβοίας. Η χρονολόγηση του ναού δεν είναι με τα
διαθέσιμα στοιχεία εύκολη. Με επιφύλαξη αυτός θα μπορούσε να τοποθετηθεί στον
11ο αιώνα.
Το νοτιοανατολικό κτήριο έχει σε κάτοψη σχήμα ορθογωνίου
παραλληλογράμμου με διαστάσεις 5.45 Χ 6.40 μ. Οι πάχους 60 εκ. τοίχοι του φαίνεται
ότι ήταν κτισμένοι με αργολιθοδομή, εκτός από τον δυτικό, η εξωτερική παρειά του
οποίου ήταν διαμορφωμένη με προσοχή κατά το πλινθοπερίκλειστο σύστημα δομής.
Την όψη αυτή διέτρεχε πλίνθινη οδοντωτή ταινία. Το δάπεδο του κτηρίου από
σχιστόπλακες παρουσιάζει έντονη κλίση προς τα βόρεια, όπου διαμορφώνεται μικρή
ορθογώνια δεξαμενή, επιχρισμένη με υδραυλικό κονίαμα, που πιστοποιεί την χρήση
του χώρου ως ληνό.