ΠΡΟΒΑΤΑ - ΓΙΔΙΑ
Το οικόσιτο πρόβατο.Το οικόσιτο πρόβατο (Ovis aries), το πιο κοινό μέλος της οικογένειας των προβάτων (Ovis), είναι ένα μηρυκαστικό, τετράποδο ζώο, που πιθανότατα κατάγεται από τα άγρια πρόβατα mouflon της Νότιας και Νοτιοδυτικής Ασίας. Για την εξημέρωση των προβάτων υπάρχουν τεκμήρια στο Ιράκ που χρονολογούνται από το 9.000 π.Χ. Τα πρόβατα συνδέθηκαν με πολλούς πολιτισμούς, κυρίως στη Βρετανία και τη Μεσόγειο, όπου αποτελούν το πιο κοινό αντικείμενο της κτηνοτροφίας. Έχουν μεγάλη οικονομική σημασία, καθώς η απόδοση εισοδήματος που προσφέρουν σε σχέση με το κόστος της εκτροφής τους είναι γύρω στο 400%. Ο παγκόσμιος πληθυσμός των προβάτων υπολογίζεται γύρω στο ένα δισεκατομμύριο. Στις 24 Νοεμβρίου του 2009 πέθανε στην Αυστραλία σε ηλικία 23 ετών και 7 μηνών[1] το γηραιότερο πρόβατο στον κόσμο, η Λάκι.
ΦροντίδαΤα μικρά που προορίζονται για αναπαραγωγή θηλάζουν μέχρι και πέντε μήνες. Αντίθετα, εκείνα που προορίζονται για κρέας, θηλάζουν το πολύ μέχρι ένα μήνα και στη συνέχεια αρχίζει η εντατική εκτροφή τους προκειμένου να αναπτυχθούν όσο το δυνατό γρηγορότερα.
Τα πρόβατα πρέπει να κουρεύονται κυρίως στην αρχή του καλοκαιριού - συνήθως αρχές Μαϊου, όταν το μαλλί έχει το μεγαλύτερο μήκος και πριν αρχίσει να πέφτει. Το κούρεμα γίνεται με ειδικά ψαλίδια ή με κουρευτικές μηχανές, χειροκίνητες ή και ηλεκτρικές. Μετά το κούρεμα, στα πρόβατα πρέπει σε κανονικά διαστήματα να τους γίνεται μπάνιο. Πρόβατα φυλής Ασσάφ |
Κτηνοτροφία
|
ΠροϊόνταΣήμερα υπάρχουν φυλές που κάθε χρόνο δίνουν διαφορετική ποσότητα μαλλιού και γάλακτος. Για παράδειγμα, τα πρόβατα που υπάρχουν στην περιοχή της Κεφαλονιάς δίνουν, κατά μέσο όρο, μέχρι 1,5 κιλό γάλα ημερησίως. Εξαίρεση αποτελεί η γερμανική φυλή προβάτων, που αποδίδουν καθημερινά μέχρι και 3 κιλά γάλα.Δυστυχώς στη σημερινή εποχή το μαλλί που συλλέγεται από το κούρεμα των προβάτων - που όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, γίνεται για λόγους υγιεινής και άνετης διαβίωσης του ζώου - δεν αξιοποιείται, αφού δεν υπάρχει μεγάλη ζήτηση σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Σε επαρχιακές περιοχές της Ελλάδας, όπως είναι το νησί της Κεφαλονιάς, και όπου παλιότερα δεν πήγαινε χαμένο ούτε ένα κιλό μαλλιού, οι κτηνοτρόφοι αναγκάζονται πλέον να αποθέτουν το μαλλί στις χωματερές.
|
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑΑνάλογα με την ηλικία και το φύλο τους, ονομάζονται αρνιά μέχρι δυο μηνών, ζυγούρια μέχρι ενός έτους, κριάρια τα ώριμα αρσενικά και προβατίνες τα θηλυκά. Έχουν μέτριο σώμα που καλύπτεται από πυκνό τρίχωμα, απαλό στην αφή, σγουρό ή ίσιο, μακρύ ή κοντό, λευκό, μαύρο, καστανό ή γκρίζο. Ζουν 10 έως 14 χρόνια, ανάλογα με τις συνθήκες διαβίωσής τους. Τρέφονται με νωπά χόρτα, τα οποία καταπίνουν σχεδόν αμάσητα, ώστε να εξασφαλιστούν κατά τη διάρκεια της ημερήσιας βοσκής οι μεγάλες ποσότητες που απαιτούνται - αργότερα όταν αναπαύονται, η τροφή επανέρχεται στο στόμα και αναμασάται
Χιώτικο πρόβατοΕγκυμοσύνηΤα πρόβατα θεωρούνται πολυγαμικά ζώα. Έτσι, στο κοπάδι, σε κάθε κριάρι πρέπει να αντιστοιχούν γύρω στις 30-50 προβατίνες. Η εγκυμοσύνη διαρκεί κατά μέσο όρο 150 μέρες.Ο πρώτος τοκετός γίνεται σε ηλικία 14-17 μηνών ή 2 ετών [2]. Τα θηλυκά γεννούν 1-2 ή σπανιότερα 3-4 μικρά, ύστερα από κύηση 5 μηνών. Οι προβατίνες γεννούν μόνο μια φορά τον χρόνο, αν και βιολογικά έχουν τη δυνατότητα να γεννούν κάθε 6-7 μήνες. Αξίζει να αναφερθεί ότι κάθε προβατίνα αναγνωρίζει το δικό της μικρό, ανάμεσα σε πλήθος άλλων, βάσει της μυρωδιάς των μικρών της. Τα πρόβατα ενηλικιώνονται σε 2 χρόνια αν είναι αρσενικά, και σε ένα χρόνο αν είναι θηλυκά.
|
ΓΙΔΙΑ
κατσίκαΗ οικόσιτη κατσίκα (επιστημονική ονομασία: Αιξ η κατοικίδιος, Capra aegagrus hircus), γίδα ή αίγα, είναι υποείδος της εξημερωμένης κατσίκας και κατάγεται από την άγρια (μη εξημερωμένη) κατσίκα της Νοτιοδυτικής Ασίας και της Ανατολικής Ευρώπης. Πρόκειται για ζώο μηρυκαστικό, της οικογένειας των βοοειδών και της τάξης των αρτιοδάχτυλων. Μαζί με το πρόβατο θεωρείται από τα πρώτα ζώα που εξημερώθηκαν από τους ανθρώπους. Εκτρέφονται για το γάλα, το κρέας και για το τρίχωμά τους.[1] Τον τελευταίο αιώνα έγιναν δημοφιλή ζώα και ως κατοικίδια[2] Εχθροί της είναι τα σαρκοφάγα ζώα και τα αρπακτικά πουλιά. Η ευκολία στην απόκτηση και στη συντήρησή της, έκανε πολλούς να τη χαρακτηρίσουν «αγελάδα του
ΑναπαραγωγήΣε ορισμένα κλίματα, οι κατσίκες μπορούν να ζευγαρώνουν οποιαδήποτε ημέρα του χρόνου Γενικά, το ζευγάρωμα γίνεται περίπου μέσα στο Σεπτέμβριο και η κύηση διαρκεί 148 ημέρες. Συνήθως γεννούν ένα κατσίκι ή δίδυμα, τα οποία τα θηλάζουν. Το γάλα της κατσίκας είναι πυκνότερο από της αγελάδας και μάλιστα αποτελεί κατάλληλη τροφή για νήπια.
Συχνά οι εκτροφείς των αιγών κάνουν και τεχνητή γονιμοποίηση, για να διασταυρώσουν ράτσες. ράτσεςΕπιλεγμένες ράτσες [Επεξεργασία] Οι περισσότερες φυλές ανήκουν στο είδος Αιξ η κατοικίδιος. Η εγχώρια φυλή (ντόπια ελληνική γίδα) υπάρχει στον ελληνικό χώρο από τους αρχαιότατους χρόνους και οι αντιπρόσωποί της έχουν κοντό κεφάλι και τραχύ, κοντό τρίχωμα. Ωστόσο, στη χώρα μας, όπως και σε άλλες χώρες, εισήχθησαν και ξένες φυλές, όπως η μαλτέζικη, με καταγωγή από το Σουδάν.
Ξένες ράτσες [Επεξεργασία]
|
ΚΑΤΣΙΚΑΗ κατσίκα λέγεται και γίδα ή αίγα. Οι αρσενικές κατσίκες καλούνται τράγοι. Το νεαρό άτομο των δύο φύλων καλείται κατσίκι ως την ηλικία του ενός έτους και βετούλι από τον πρώτο ως το δεύτερο χρόνο του. Η εγχώρια (ντόπια) ελληνική κατσίκα έχει διάφορα ονόματα ανάλογα με τα χρώματά της. Έτσι, η μαύρη κατσίκα λέγεται κόρμπα, η μαύρη με κοιλιά κίτρινη γκιόσα, η κοκκινωπή κάμπινα, η ασπρόμαυρη μπάρτσα, η σταχτιά κανούτα, καφετί κανέλλα και η άσπρη φλώρα.
ΤροφήΤρέφεται με φύλλα, τρυφερούς βλαστούς και μικρά κλαδιά από δέντρα, στα οποία σκαρφαλώνει η ίδια. Ενίοτε είναι καταστροφική για τα δέντρα, καθώς δεν τα αφήνει να αναπτυχθούν. Πολλές φορές τρώει ακόμα και πικρά φυτά, που δεν τρώνε τα άλλα ζώα[6], όπως το πρόβατο.
ΑσθένειεςΤο ζώο προσβάλλεται από ασθένειες όπως ο αφθώδης πυρετός και μερικές φορές από εντεροτοξιναιμία, η οποία πολλές φορές προλαμβάνεται με εμβολιασμό. Οι ξένες ράτσες είναι πιο ευαίσθητες και υποφέρουν από λοιμώδεις νόσους, υποβιταμινώσεις, βρουκέλλωση (μελιταίος πυρετός), ο οποίος μπορεί να μεταδοθεί και στον άνθρωπο. Ο εχινόκοκκος είναι σπάνιος στα κατσίκια, σε αντίθεση με τα αρνιά. Παλαιότερα κυρίως, οι κατσίκες προσβάλλονταν από άνθρακα, βδέλλα, ευλογιά και τυμπανίτιδα.
ΓάλαΗ γαλακτοπαραγωγή της εγχώριας κατσίκας (που υπάρχει στην Ελλάδα από τα αρχαιότατα χρόνια) διαρκεί 6 μήνες και φθάνει το ενάμισι λίτρο ημερησίως. Το γάλα της μπορεί να καταναλωθεί φρέσκο, αν και συνιστάται η παστερίωση, με σκοπό την απομάκρυνση των μικροβίων, όπως ο Staphylococcus aureus και η Escherichia coli.[7] Από το γάλα της αίγας παράγεται τυρί, βούτυρο, παγωτό και άλλα προϊόντα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το κατσικίσιο γάλα μπορεί να αντικαταστήσει το αγελαδινό για όσους είναι αλλεργικοί στο τελευταίο.[8] Ωστόσο, η περιεκτικότητα του κατσικίσιου γάλακτος σε λακτόζη το καθιστά αδύνατο για κατανάλωση από εκείνους που έχουν δυσανεξία στη λακτόζη.
Το βούτυρο της κατσίκας είναι λευκό, επειδή οι αίγες παράγουν γάλα με την κίτρινη ουσία Β- καροτίνη και αυτή μετατρέπεται σε έναν άχρωμο τύπο της βιταμίνης Α. Το τυρί της αίγας είναι γνωστό ως chèvre στη Γαλλία, από τη γαλλική λέξη για την κατσίκα. Υπάρχουν επίσης οι ποικιλίες τυριού Rocamadour και Montrachet.[9] |